Πώς η ισότητα του μορφωτικού επιπέδου των δυο φύλων εντείνει τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες

Στη δεκαετία του 60 κι ενώ η γυναίκα είχε πλέον κάνει την είσοδο της στο εργασιακό στίβο, υπήρχαν σημαντικές διαφορές στην αντιμετώπιση των δύο φύλων.

Οι γυναίκες είχαν χαμηλότερους μισθούς, γινόντουσαν συχνά αντικείμενο σεξουαλικής παρενόχλησης και παράλληλα, είχαν την αποκλειστική ευθύνη του νοικοκυριού και της ανατροφής των παιδιών.

 Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι άνδρες που είχαν υψηλές εργασιακές θέσεις να παντρεύονται γυναίκες κατώτερες στην ιεραρχία. Σήμερα όμως, οι επιτυχημένοι άνδρες είναι πιο πιθανό να παντρευτούν επιτυχημένες γυναίκες. Αυτό συνιστά μια αδιαφιλονίκητα θετική εξέλιξη που αντανακλά την άνοδο των γυναικών στο κοινωνικό και εργασιακό status. Για παράδειγμα, παλιότερα οι άνδρες ιατροί συνήθως παντρεύονταν νοσηλεύτριες γιατί υπήρχαν πολλοί λίγες γυναίκες ιατροί, σε αντίθεση με σήμερα.

 Η τάση αυτή όμως, των ατόμων να αναπτύσσουν συντροφικές σχέσεις και γάμους με άτομα παρόμοιου εκπαιδευτικού και κοινωνικοοικονομικού επιπέδου έχει και τα ελαττώματά της, με βασικότερο την επιδείνωση της ανισότητας μεταξύ των νοικοκυριών. Δύο παντρεμένοι δικηγόροι, δηλαδή, είναι πολύ πιο εύποροι από μια ανύπαντρη γυναίκα που εργάζεται ως ανειδίκευτη εργάτρια.

 Στη σύγχρονη βιβλιογραφία υπάρχουν αρκετές μελέτες που εξετάζουν αυτό ακριβώς το χάσμα, ανάμεσα στις οικογένειες των εργαζομένων με μόρφωση υψηλού επιπέδου και στις οικογένειες των εργαζόμενων που έχουν μετά βίας ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση. Σε ένα θεωρητικό επίπεδο, το χάσμα αυτό άρχισε να μεγαλώνει όταν οι γυναίκες ξεκίνησαν να λαμβάνουν πανεπιστημιακή μόρφωση και να διεκδικούν καλύτερες εργασιακές θέσεις. Οι ερευνητές υποστηρίζουν, όμως, ότι παρά την αλλαγή αυτή από την πλευρά των γυναικών, εάν η επιλογή συντρόφου γινόταν τυχαία, χωρίς να επηρεάζεται από το κοινωνικοοικονομικό status, δε θα υπήρχε καμία διαφορά στα εισοδήματα των νοικοκυριών.

 Στην πραγματικότητα όμως, τα άτομα με υψηλό μορφωτικό επίπεδο επιλέγουν συντρόφους παρόμοιου επιπέδου. Το 1960 το 25% των ανδρών με πτυχίο πανεπιστημίου παντρεύτηκε γυναίκες που είχαν επίσης πτυχίο. Το 2005 το ποσοστό αυτό ανέβηκε στο 45%.

 Οι ειδικοί τονίζουν ότι πρόκειται για λογική και αναμενόμενη αλλαγή. Τα άτομα με παρόμοιο μορφωτικό επίπεδο συχνά εργάζονται σε κοινούς χώρους και βρίσκουν ο ένας τον άλλο ελκυστικό. Παράλληλα, το οικονομικό κίνητρο να συνάψει κανείς σχέση με κάποιον ομότιμο του έχει ενισχυθεί. Το 1960 εάν ο ένας από τους δύο είχε πτυχίο, το οικογενειακό εισόδημα ήταν και πάλι 40% πάνω από το μέσο όρο, αλλά, εν έτη 2005, στην περίπτωση αυτή το εισόδημα θα ήταν 8% κάτω από το μέσο όρο. Το 1960 όμως εάν είχαν και οι δύο πτυχία το εισόδημα ξεπερνούσε το μέσο όρο κατά 76%, ενώ το 2005 ένα ζευγάρι πτυχιούχων κέρδιζε 119% πάνω από το μέσο όρο.

 Οι γυναίκες σήμερα έχουν πολύ περισσότερες επιλογές σε σχέση με παλαιότερα και για το λόγο αυτό το χάσμα ανάμεσα στα φτωχά και τα εύπορα νοικοκυριά θα είναι πολύ δύσκολο να γεφυρωθεί.

 economist.com